θανάσης τριαρίδης * La ultima noche ή οι καρχαρίες

  

 

La ultima noche

ή

οι καρχαρίες

 

 

δράμα για δύο πρόσωπα σε δυο πράξεις

 

  

~

 

σημείωση 

 

 

Το κείμενο που ακολουθεί είναι μια αφήγηση προορισμένη για να διαβαστεί – όπως ένα μυθιστόρημα ή ένα παραμύθι. Όταν αφηγούμαστε μια ιστορία, χρησιμοποιούμε κάθε λογής φόρμα που νιώθουμε πως μας ταιριάζει (μυθιστόρημα ή διήγημα, παραμύθι ή παραβολή, ποίημα ή θεατρικό έργο, σενάριο ή δοκίμιο – αλλά και επιστολές, μισμαγιές, ειδύλλια, προσευχές, διδαχές, ύμνους και ό,τι άλλο). Έτσι λοιπόν, στους Καρχαρίες χρησιμοποίησα τη φόρμα του θεατρικού έργου, καθώς μέσα σε αυτήν σκέφτηκα (: συνέλαβα) την ιστορία: ένας αφηγητής (: ένα κοινό;) βλέπει μια παράσταση (ή κάτι-που-γίνεται, τέλος πάντων) μέσα στο σκοτάδι.

 

Δεν γνωρίζω αν η αφήγηση αυτή μπορεί να παρουσιαστεί στο θέατρο, αν έχει αυτό που ονομάζουμε «θεατρικότητα». Οποιοσδήποτε θελήσει να τη μεταφέρει στη σκηνή, μπορεί να το επιχειρήσει χωρίς να ρωτήσει κανέναν. Εξάλλου, και αυτό το βιβλίο μου είναι ελεύθερο από κάθε μορφής «πνευματικό δικαίωμα» και μπορεί να αναπαραχθεί (ή και να αναπαρασταθεί) εν όλω ή εν μέρει δίχως οποιαδήποτε άδεια.

 

Το κείμενο υποστήριξε με την ανάγνωσή του ο Γιάννης Ευαγγέλου. Οι σκηνικές οδηγίες που ενσωμάτωσα στο «έργο» ήταν για μένα απαραίτητο κομμάτι της αφήγησης. Αν κάποιος σκηνοθέτης (ή όποιος άλλος) νιώσει πως δεν του είναι χρήσιμες, ας τις αγνοήσει ή ας τις αλλάξει. Δεν έχω αντίρρηση αντί για αντρόγυνο να παίξουν δυο γυναίκες ή δυο άντρες, ένας εγγαστρίμυθος με μια κούκλα – ή ακόμη και παιδιά. Εξάλλου, όλες οι αφηγήσεις απευθύνονται σε παιδιά – οι ενήλικοι είναι ήδη πνευματικά νεκροί, γυαλιστερά ταριχευμένα πτώματα.

 

Στους θεατές μιας ενδεχόμενης παράστασης ίσως οφείλω μια εξήγηση, καθώς το συντριπτικά μεγαλύτερο μέρος του «έργου» διαδραματίζεται μέσα στο απόλυτο σκοτάδι. Αυτό το σκοτάδι (κι ας δοθεί προσοχή στη λέξη: το σκοτάδι, και όχι η νύχτα) είναι ο πρωταγωνιστής του έργου. Το σκοτάδι είναι στενόχωρο πράγμα, ασφυκτικό. Αν οι θεατές νιώσουν δυσάρεστα ή αν πονέσουν τα μάτια τους, μπορούν να γυρέψουν την ευθύνη στους εαυτούς τους, στη μοίρα, στα αστέρια, στα παιδικά τους χρόνια ή όπου αλλού. Ωστόσο, ας γνωρίζουν πως η πρόθεση για τούτη τη στενόχωρη αίσθηση (: για τούτο τον πόνο) ήταν και παραμένει όλη δική μου.

 

 

   θ. τ. – φθινόπωρο του 2010